Χρειάζεται
σχέδιο για πρόληψη αυτοκτονιών
Όπως υποστηρίζει η «Κλίμακα»,
μέχρι και το 98% των αυτοκτονιών θα μπορούσαν να είχαν προβλεφθεί και
αποτραπεί, σύμφωνα με τα επιστημονικά δεδομένα. Σε αυτό θα μπορούσε να βοηθήσει
μια οργανωμένη πολιτική του κράτους. Για παράδειγμα, περίπου το 60% των ατόμων
που πραγματοποίησαν απόπειρα αυτοκτονίας είχαν επισκεφθεί το τελευταίο εξάμηνο
κάποια πρωτοβάθμια δομή υγείας, έχοντας συμπτώματα τα οποία θα μπορούσαν να
είχαν θορυβήσει τους ιατρούς για την πιθανότητα κατάθλιψης και να είχαν ληφθεί μέτρα.
«Αν υπήρχε η κατάλληλη εκπαίδευση και οδηγίες θα μπορούσαν τόσο οι ιατροί να
δουν αυτόν τον κίνδυνο, καθώς το 80% - 90% των ατόμων αυτών δίνουν σημάδια τα
οποία μπορεί να διακρίνει ένας ιατρός, όσο και τα άτομα από το οικογενειακό
περιβάλλον του».
ΚΩΣΤΑΣ
ΟΝΙΣΕΝΚΟ.
Οι περισσότεροι αποφεύγουν να
μιλούν για την αυτοκτονία. Το δυσάρεστο, επισημαίνουν στελέχη της ΜΚΟ «Κλίμακα»
που συγκεντρώνει όλα τα σχετικά στοιχεία και διατηρεί σε λειτουργία τηλεφωνική
γραμμή βοήθειας, είναι πως και οι επίσημοι φορείς αποφεύγουν να κάνουν τέτοιες
συζητήσεις και κυρίως να αναπτύξουν και να θέσουν σε εφαρμογή ένα εθνικό σχέδιο
για την πρόληψη της αυτοκτονίας. Αυτή η στάση, εκτός από το ανθρωπιστικό κόστος
που προκαλεί –η κρίση έχει συμβάλει στην αύξηση των αυτοκτονιών σε όλη τη Νότια
Ευρώπη– δημιουργεί και τεράστιο οικονομικό κόστος για το κράτος. Και στο ζήτημα
της αυτοκτονίας, η πρόληψη κοστίζει πολύ λιγότερο από την αντιμετώπιση του
προβλήματος. Το συγκεκριμένο κόστος, σύμφωνα με εκτιμήσεις της «Κλίμακας»,
είναι τεράστιο.
Δυσάρεστος
υπολογισμός.
Ο δυσάρεστος υπολογισμός έχει ως εξής:
Σε κάθε αυτοκτονία, σύμφωνα με διεθνείς μελέτες, αντιστοιχούν 20 με 27
απόπειρες αυτοκτονίας. Το 2012 (τα πιο πρόσφατα στοιχεία από την ΕΛΣΤΑΤ) είχαν
καταγραφεί επίσημα 508 αυτοκτονίες. Αυτό, με βάση τους πιο συντηρητικούς υπολογισμούς,
αντιστοιχεί σε περισσότερες από 10.000 απόπειρες αυτοκτονίας κάθε χρόνο. Ο συγκεκριμένος
αριθμός για τις απόπειρες προκύπτει και από άλλα στοιχεία της «Κλίμακας».
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με έρευνα που πραγματοποιεί η οργάνωση σε μεγάλο δημόσιο
νοσοκομείο της Αθήνας, περίπου 0,2% των εισαγωγών στα επείγοντα αφορούν
απόπειρες αυτοκτονίας. Ανάγοντας το συγκεκριμένο ποσοστό στις περίπου πέντε
εκατομμύρια εισαγωγές στα νοσοκομεία προκύπτουν περίπου 10.000 απόπειρες. Άρα,
αυτός είναι ο αριθμός που δέχεται η οργάνωση μιλώντας για τις απόπειρες
αυτοκτονίας κάθε χρόνο. Το 70% - 75% αφορούν δηλητηρίαση. Η «Κλίμακα» μελέτησε
μια «ήπια» περίπτωση ατόμου που έκανε απόπειρα αυτοκτονίας καταπίνοντας 83
παυσίπονα χάπια. Ο συγκεκριμένος ασθενής έμεινε επί 15 ημέρες σε μονάδα
αυξημένης φροντίδας και ύστερα ακόμα 22 ημέρες σε ψυχιατρική κλινική. Το κόστος
μόνο για τα άμεσα νοσήλια του συγκεκριμένου ασθενούς υπολογίστηκε σε 3.500 ευρώ.
Σε αυτά δεν υπολογίζονται μια ακόμα σειρά από δαπάνες που έχουν να κάνουν με
την απουσία του ασθενούς αλλά και συγγενικών του προσώπων από την εργασία, με
το υπερδιπλάσιο κόστος ιατρικών εξετάσεων του ατόμου στις οποίες θα υποχρεωθεί
να υποβληθεί στη συνέχεια, κ.ά.
Αυτά αφορούν μόνο τις
δηλητηριάσεις. Τα άτομα που κάνουν απόπειρα αυτοκτονίας με διαφορετικό τρόπο,
επισημαίνουν στην «Κ» στελέχη της «Κλίμακας», μπορεί να προκαλέσουν πολύ
μεγαλύτερη οικονομική επιβάρυνση. Σύμφωνα με τα όσα υποστηρίζει ο επιστημονικός
διευθυντής της «Κλίμακας», Κυριάκος Κατσαδώρος, περίπου το 17% των ατόμων που
επιχειρούν να αυτοκτονήσουν καταλήγουν με κάποια λιγότερο ή περισσότερο σοβαρή
αναπηρία με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την εργασιακή τους επάρκεια για το
υπόλοιπο της ζωής τους, για τα προνοιακά επιδόματα, το κόστος φροντίδας κ.ο.κ.
Θα μπορούσε ωστόσο αυτή η
κατάσταση να είναι διαφορετική; Όπως υποστηρίζει η «Κλίμακα», μέχρι και το 98%
των αυτοκτονιών θα μπορούσαν να είχαν προβλεφθεί και αποτραπεί, σύμφωνα με τα
επιστημονικά δεδομένα. Σε αυτό θα μπορούσε να βοηθήσει μια οργανωμένη πολιτική
του κράτους. Για παράδειγμα, περίπου το 60% των ατόμων που πραγματοποίησαν
απόπειρα αυτοκτονίας είχαν επισκεφθεί το τελευταίο εξάμηνο κάποια πρωτοβάθμια
δομή υγείας, έχοντας συμπτώματα τα οποία θα μπορούσαν να είχαν θορυβήσει τους
ιατρούς για την πιθανότητα κατάθλιψης και να είχαν ληφθεί μέτρα. «Αν υπήρχε η
κατάλληλη εκπαίδευση και οδηγίες θα μπορούσαν τόσο οι ιατροί να δουν αυτόν τον κίνδυνο,
καθώς το 80% - 90% των ατόμων αυτών δίνουν σημάδια τα οποία μπορεί να διακρίνει
ένας ιατρός, όσο και τα άτομα από το οικογενειακό περιβάλλον του», σχολιάζει ο
κ. Κατσαδώρος.
Πηγή: Εφημερίδα «Η Καθημερινή»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου