Αποτελούν δύο έννοιες που στις συνειδήσεις της πλειοψηφίας της κοινής γνώμης
είναι αντικρουόμενες. Δύο έννοιες που κατ’ επίφαση είναι αντίθετες, χωρίς
κανένα σημείο συνάφειας. Γιατί η τέχνη για τους περισσότερους/περισσότερες
αποτελεί μονοδιάστατα μια έκφραση του ωραίου, του ιδανικού. Κι όμως για πολλούς
σύγχρονους καλλιτέχνες, με την προσπάθεια που καταβάλλεται τα τελευταία χρόνια
από ανάπηρους/ες ακτιβιστές/ καλλιτέχνες σε όλο τον κόσμο να επικοινωνήσουν την
πραγματική έννοια της αναπηρίας ως μέρος της ανθρώπινης ποικιλομορφίας, η
αναπηρία αποτελεί μια αστείρευτη πηγή έμπνευσης για δημιουργία, μια προσέγγιση
όμως που δεν γίνεται εύκολα αποδεκτή.
Για να δούμε μέσα από μια σύντομη διαδρομή πώς καταγράφουν την ζώσα κατάσταση
της αναπηρίας οι Τέχνες.
Οι τρόποι παρουσίασης αναπήρων στη λογοτεχνία, κατά κανόνα αντανακλούν την
κοινωνική στάση της εποχής απέναντι τους και δεν την παράγουν πρωτογενώς. Το
κλασικό στερεοτυπικό σχήμα με βάση το οποίο η αναπηρία καθορίζει τη συνολική
ταυτότητα του ατόμου είναι υπαρκτό με όλες τις εκδοχές του, επί σειρά αιώνων.
Σημαντικοί ερευνητές, όπως ο Aμερικανός Elliot, εκτιμούν ότι η λογοτεχνία
υπήρξε διαχρονικά «προμαχώνας παραπληροφόρησης» αναφορικά με την αληθινή εικόνα
του αναπήρου.
Ο Ζητιάνος του Ανδρέα Καρκαβίτσα, είναι ένας από τους πιο χαρακτηριστικούς
ανάπηρους ήρωες στην ελληνική λογοτεχνική πραγματικότητα. Σκιαγραφείται ως
άνθρωπος που ο ίδιος προκαλεί την αναπηρία του και την εκμεταλλεύεται για
λόγους βιοποριστικούς. Παράλληλα περιπαίζεται από τον περίγυρο.
Στην αρχαία ελληνική μυθολογία, ο θεός της φωτιάς Ήφαιστος περιγράφεται να έχει
«μαραμένα» κάτω άκρα και να αποτελεί αντικείμενο κοροϊδίας σε συμπόσιο των θεών
στον Όλυμπο.
Στο θέατρο σκιών Καραγκιόζης, που διαδόθηκε ευρέως στην Ελλάδα από τα τέλη του 19ου
αιώνα, οι ανάπηροι περιπαίζονται με διαρκή και μόνιμο τρόπο.
Ο Σοφοκλής αξιολογεί την τυφλότητα του Οιδίποδα ως τιμωρία για τις πράξεις του
αιτιολογικά: εξισώνει την ηθική με την φυσική τυφλότητα και εξηγεί πως από την
πρώτη, αιτιολογικά, καταλήγουμε στη δεύτερη. Κατά συνέπεια, η αναπηρία αποτελεί
τιμωρία, ώστε να αποκατασταθεί η Ύβρις.
Από την άλλη, ο Όμηρος αποδίδει στον άνθρωπο με προβλήματα όρασης ειδικές
ικανότητες μαντικής (ενόρασης) και έχει στα έργα του έναν τυφλό που ασκεί
μαντικό ρόλο. Γενικότερα, οι κύριοι μάντεις και ιέρειες της μαντικής είναι
πρόσωπα με τυφλότητα στην αρχαία ελληνική μυθολογία και ποίηση. Τόσο η
αιτιολογική προσέγγιση του Σοφοκλή, όσο και η χαρακτηριστική προσέγγιση του
Ομήρου, διαθέτουν έντονο το μεταφυσικό στοιχείο. Μπορούμε από τα παραπάνω
παραδείγματα να συμπεράνουμε, πόσο και στην ελληνική πραγματικότητα η αναπηρία
στιγματίζει την ταυτότητα του προσώπου.
«Πόσο βαθιά είναι ριζωμένες οι σχετικές με την αναπηρία προκαταλήψεις και
στερεότυπα;» Αξίζει να αναφέρουμε ότι οι επιλογές βιβλίων στις σχολικές
βιβλιοθήκες κατέδειξαν ότι η μεγάλη πλειονότητα των μυθιστορημάτων που δίνονταν
στις μαθήτριες και στους μαθητές παρήγαγαν ψευδή, στερεοτυπική εικόνα για τον
άνθρωπο με αναπηρία. Από την επιλογή των βιβλίων απουσίαζε πλήρως η πραγματική
γνώση για την αναπηρία, ακόμα και σε περιπτώσεις σχολείων που φιλοξενούσαν
σημαντικό αριθμό ανάπηρων μαθητών/μαθητριών. Τα κόμικς, που κατά τεκμήριο
απευθύνονται στους νέους ανθρώπους, ξεκάθαρα ενισχύουν την μεταφυσική αντίληψη
ότι τα εξωτερικά χαρακτηριστικά ενός ανθρώπου τον χαρακτηρίζουν και ως
προσωπικότητα.
Για να δούμε μερικά τρανταχτά παραδείγματα:
Στο έργο του Σαίξπηρ, «Ο βασιλιάς Ριχάρδος ο Γ΄» ο οποίος είχε κυφοσκωλίωση και
χωλότητα εξαιτίας ανισοσκελίας, παρουσιάζεται ως πανούργος και τελικά
δολοφόνος.
Στο έργο «Moby Dick» του Melville ο ήρωας καπετάνιος Ahab, με ακρωτηριασμό ενός
μέλους, που καταδίωκε τον Moby Dick, περιγράφεται σαν ιδιαίτερα σκληρός αλλά
και αρκετά «τρελός» καπετάνιος του πλοίου του.
Στο έργο «Ο εραστής της Λαίδης Τσάτερλεϋ», ο Lawrence αναδεικνύει τα ψυχολογικά
χαρακτηριστικά της ηρωίδας του, μέσω του συζύγου της με παραπληγία. Δεν ήθελε
να τον αγγίζει ούτε να αγγιχτεί απ’ αυτόν. Θεωρούσε ότι δεν έχει ψυχή.
Χαρακτήρας της Γαλλίας του 15ου αιώνα, ο κλασικός Κουασιμόδος, ήρωας του έργου
«Η Παναγία των Παρισίων» του Β. Ουγκώ περιγράφεται ως καμπούρης,
παραμορφωμένος, άσχημος, φτωχός, περιφρονημένος και θύμα των άλλων, αλλά σε
αντίθεση με όλα αυτά, ιδιαίτερα καλός.
Ο Σώμερσετ Μωμ στο έργο του «Of human bondage», επινοεί την στρεβλοποδία του
Φιλίππου ως σύμβολο της πικρής, συγχυσμένης και διαστρεβλωμένης φύσης του.
Η παρέκκλιση των ατόμων από τα κυρίαρχα κανονιστικά πρότυπα συνιστά, σύμφωνα με
τον Goffman (ΣΤΙΓΜΑ) τη βασική αιτία για την κοινωνική τους περιθωριοποίηση και
τη συρρίκνωση της ανθρώπινης ιδιότητάς τους.
Η λογοτεχνία ανέκαθεν υπήρξε ισχυρός φορέας ιδεολογικών μηνυμάτων που άλλοτε
έχουν ως στόχο την εδραίωση και άλλοτε την αναθεώρηση των κυρίαρχων κοινωνικών
δομών και της κατηγοριοποίησης των ανθρώπων.
Το στίγμα και οι προκαταλήψεις διαιωνίζονται από το σχολείο, το θέατρο, την
λογοτεχνία, τον κινηματογράφο τα ΜΜΕ και αποτελούν τον ισχυρότερο φραγμό για τη
συναντίληψη.
Διδασκόμαστε διαρκώς και υιοθετούμε την ιδέα ότι συγκεκριμένες ανθρώπινες
ιδιότητες, όπως η αρτιμέλεια, η καλή εμφάνιση, η υψηλή νοημοσύνη, η καθαρή
ομιλία, το «κανονικό σώμα» είναι πολύτιμες αρετές και προσδιορίζουν άτομα με
υψηλή κοινωνική υπόσταση, ενώ άλλες στιγματίζονται, υποβιβάζονται,
γελοιοποιούνται και προκαλούν το φόβο και την απαξίωση. Μαθαίνουμε ότι οι
ανάπηροι είναι πολύ διαφορετικοί από τους υπόλοιπους και ότι οι διαφορές αυτές
τους περιορίζουν και τους περιθωριοποιούν. Οι επιπτώσεις τέτοιων αντιλήψεων
καταλήγουν σε διαχωρισμό και απομόνωση των ατόμων με αναπηρία που με τη σειρά
τους ενδυναμώνουν τις αρνητικές στάσεις και εκφασίζουν την κοινωνία.
Ο συσχετισμός “τεράτων” και αναπηρίας είναι κοινωνικό προϊόν το οποίο
εκφράστηκε έντονα μέσα και από την τέχνη του κινηματογράφου. Η αναπαραγωγή του
ρατσιστικού μύθου περί αναπηρικής δυστυχίας που “θέλει” τον ανάπηρο εξ ορισμού
δυστυχισμένο εξαιτίας της αναπηρίας (Βιγκοτσκι), αναπαράγεται δια της τέχνης
στην συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων που αναδεικνύονται χαρακτήρες με
αναπηρία.
«Tα φρικιά», «Ο άνθρωπος της βροχής», «Φόρεστ Γκαμπ», «Το αριστερό μου πόδι» «Η
όγδοη ημέρα», «Τα παιδιά ενός κατώτερου θεού», «Άρωμα γυναίκας» «Το όνομά μου
είναι Σαμ», «Ο σολίστας», «Στη φωλιά του κούκου», «Σπάιντερμαν», «Η Μαρία της
σιωπής» και πολλές άλλες ταινίες fiction αναπαράγουν τα ψεύδη με τον πιο φρικτό
τρόπο.
Η τέχνη όμως έχει τη δυνατότητα μέσα από την ενσωμάτωση του “διαφορετικού”
ατόμου στο σύνολο, της άπειρης κοινωνικοποίησης του, της συμμετοχής του στα
βιώματα, στις εμπειρίες και στις ιδέες ολόκληρου του ανθρωπίνου γένους. Η
ανάδειξη της πραγματικής διάστασης της ζώσας κατάστασης της αναπηρίας και των
ανθρώπων που τη βιώνουν είναι ή θα έπρεπε να είναι και το ουσιαστικό ζητούμενο
για τον καλλιτέχνη». (Ερνεστ Φισερ).
Ως “υποκατάστατο” της ζωής η τέχνη, έχει τον τρόπο να φέρει τον άνθρωπο σε
ισορροπία με το κοινωνικό περιβάλλον του όταν όμως εκφράζει και αποκωδικοποιεί
την αλήθεια των πραγμάτων. Η τέχνη που ανοίγει δρόμο προς την αλήθεια αποτελεί
το ζητούμενο. Από την άλλη, η τέχνη που αναπαράγει τον ετεροπροσδιορισμό και τα
κοινωνικά ψεύδη για την αναπηρία και τους ανθρώπους της, μας δίνει την αφορμή
για συζήτηση και δημιουργική αμφισβήτηση. Με ελάχιστες εξαιρέσεις, μέχρι σήμερα
έχουμε γνωρίσει την εκδοχή της τέχνης που μας ετεροπροσδιορίζει και μας
αποκλείει.
Άρα είναι απαραίτητη η εξισορρόπηση του κενού / ελλείμματος, απαιτεί πλέον
καλλιτέχνες που νιώθουν και είναι γνώστες της «άγνωστης χώρας» της αναπηρίας.
Άνθρωποι της τέχνης που θα συλλάβουν, θα συγκρατήσουν θα μετατρέψουν το βίωμα
σε μνήμη, την ανάμνηση σε έκφραση και την ύλη σε μορφή.
Η διαφορετικότητα, η συνείδηση του ανθρώπινου ελλείμματος ως αυτονόητου κωδικού
αλήθειας – έρωτα – συνύπαρξης, είναι η βαθύτερη ουσία της ανθρώπινης σκέψης ανά
τους αιώνες. Ο άνθρωπος δεν είναι τέλειος, ούτε η αξίωση και επιβολή της
τελειότητας είναι ο επί της γης προορισμός του. Για να γίνει κατανοητή η
βαθύτερη διασύνδεση της τέχνης με την ανθρώπινη “ατέλεια”, το έλλειμμα ή την
αναπηρία, αρκεί να σκεφτούμε ότι τα αντίθετά τους έχουν εγγραφεί στην ανθρώπινη
ιστορία ως τα αρχέτυπα του φασισμού.
Δεν νομιμοποιείται -κατά τη γνώμη μας- τέχνη που να παραπέμπει στην
αναγκαιότητα της άπιαστης τελειότητας και εντέλει στην επιβολή της όποιας
Αρείας φυλής όπως επεβαλε το ΠΔ 370. Η προσωπική και κοινωνική συνύπαρξη με το
έλλειμμα είναι παρακαταθήκη τέχνης, αληθινής βαθιάς τέχνης. Ο ανάπηρος άνθρωπος
έχει προνομιακή σχέση με όσα συνθέτουν την πρώτη ύλη της τέχνης, μιας και έχει
προνομιακή σχέση με όσα συνθέτουν την κοινωνική πρώτη ύλη διεκδίκησης του
δικαιώματος στη λυτρωτική διαφορετικότητα, στην αποδοχή της ανθρώπινης ποικιλομορφίας
ως μέρος αυτής.
Η τέχνη οφείλει να κυοφορείται στις απελευθερωμένες από τα φασιστικά πρότυπα
περιοχές του νου.
Αθήνα 21/02/2017
Κίνηση Καλλιτεχνών με Αναπηρία